Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

Ένα δημώδες ποίημα της Κρήτης για την Επανάσταση του '21

    Η μητέρα μου γεννήθηκε λίγα χρόνια πριν τη Γερμανική Κατοχή και μεγάλωσε σε ένα μικρό χωριό της Μεσσαράς, την Πλώρα. Ήταν το προτελευταίο παιδί μιας πολύτεκνης αγροτικής οικογένειας. Ο παππούς της, από την πλευρά της μητέρας της, πέθανε μέσα στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής σε ηλικία περίπου 115 χρονών. Επομένως ο προπάππους μου είχε γεννηθεί λίγο πριν το 1830!

    Στον πολύχρονο βίο του έζησε μερικά από τα σπουδαιότερα γεγονότα της ελληνικής, της κρητικής αλλά και της παγκόσμιας ιστορίας: τη δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, την Κρητική Επανάσταση του 1866-1869, τους Βαλκανικούς πολέμους, την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, τη Μικρασιατική Καταστροφή, τους δυο Παγκόσμιους Πολέμους. Η μητέρα μου τον θυμάται στα τελευταία χρόνια της ζωής του που -σχεδόν τυφλός πια- τούς επισκεπτόταν κάθε βράδυ για να βεγγερίσει* μαζί τους. Καθόταν δίπλα στην παραστιά και έλεγε στα εγγόνια του τραγούδια, λαϊκά ποιήματα και παραμύθια.

    Δυστυχώς μόνο τρία από αυτά τα τραγούδια/ποιήματα εντυπώθηκαν στη μνήμη της μητέρας μου, και αυτά όχι ολόκληρα. Για τα δυο από αυτά υπάρχουν παραλλαγές τους σε δημοσιευμένα βιβλία, ακόμα και στο διαδίκτυο. Αναφέρομαι στο "Τραγούδι της Σταχτοπούτας" και στο "Τραγούδι του Μαυριανού και της αδερφής του". Ακούγοντάς τα κανείς, μεταφέρεται σε περασμένες εποχές όπου υπήρχαν βασιλιάδες, αρχοντοπούλες, αντρειωμένοι, κακές μητριές και δούλες. Αυτά όμως θα σας τα γράψω μια άλλη φορά.

    Σήμερα, με αφορμή την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του '21, αποφάσισα να μοιραστώ μαζί σας ό,τι θυμάται η μητέρα μου από το ποίημα που αναφέρεται σε αυτό το γεγονός-ορόσημο για την ιστορία της χώρας μας. Παρόλο που η μητέρα μου δεν θυμάται να είχε κάποιο τίτλο, όπως θυμόταν πχ για τα άλλα δυο, εμένα πάντα μου άρεσε να το αποκαλώ "Η Κόρη με τσοι δυο αδερφούς". Γραμμένο σε ιαμβικό 15σύλλαβο, όπως άλλωστε και τα περισσότερα δημοτικά τραγούδια, δεν έχω καταφέρει να το εντοπίσω δημοσιευμένο σε σχετικά βιβλία με συλλογές παραδοσιακών/δημωδών ποιημάτων ή/και στο διαδίκτυο όσο κι αν έχω ψάξει. Έτσι το μοιράζομαι μαζί σας ακριβώς όπως μου το έχει απαγγείλει πολλές φορές η μητέρα μου χωρίς να γνωρίζω αν περιέχει κι άλλους στίχους που με τα χρόνια τους έχει ξεχάσει. Ελπίζω μόνο να το βρείτε τόσο όμορφο όσο ακούγεται στα δικά μου αυτιά.

Ένας μεγάλος άρχοντας π' ορίζει ένα μετόχι
κι απ' όλα που 'χει πιο καλά, ένα κορίτσι το 'χει,

και τ' όνομα του κοριτσιού ελέγαν το Ελένη,
ακούσετε τα βάσανα που 'συρε η καημένη.

Η κόρη είχε δυο αδερφούς, Χαρίδημο και Γιάννη,
μιαν ώρα να μη τσ' έβλεπε και δίχως τως δεν κάνει.

Μα γύρισ' Επανάσταση στον πόλεμο να μπούνε
κι είχεν η κόρη φεσφεσέ* μήπως και σκοτωθούνε.

Κι απ' τσοι πολλές φορές τη μια σκοτώσανε το Γιάννη,
τσ' άφηκε πόνο στη γ-καρδιά και δε μπορεί να γιάνει.

Και λέει κι ο Χαρίδημος "στο μ-πόλεμο θα πάω,
να πιάσω Τούρκους ζωντανούς, το δίκιο μου να πάρω".

Σ' τσοι τρεις ημέρες το 'μαθε κι η πολυπικραμένη
καβαλικεύει τ' άλογο στη Ρούμελη και μπαίνει.

Γεμίζει τα σακούλια τζη χρυσάφια και παράδες,
και ζώνετ' άρματα πολλά να πολεμά τσ' αγάδες.


Αν τυχαίνει να το γνωρίζετε ή να το έχετε ακούσει, θα το εκτιμούσα αν μου γράφατε στα σχόλια.


*βεγγερίζω ή κάνω βεγγέρα (vegghera, ιταλ. λέξη) = βραδινή συγκέντρωση σε σπίτι για συζήτηση και διασκέδαση (Λεξικό της Κοινής Ελληνικής από την  "Πύλη για την ελληνική γλώσσα" διαθέσιμο στον ιστότοπο https://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/search.html?lq=%CE%B2%CE%B5%CE%B3%CE%B3%CE%AD%CF%81%CE%B1)

*φεσφεσές (fesvese, τούρκ. λέξη) = υπόνοια, υποψία, ("Λεξιλόγιο Τουρκοκρητικής Ελληνόγλωσσης Λογοτεχνίας" Σταύρου Γ. Πλανάκη, διαθέσιμο στον ιστότοπο  https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=9939.0)